Με το «ψήλωμα» του ταβανιού στα μπάτζετ των ομάδων αυτό το καλοκαίρι, η μεταγραφική αγορά κανονικά θα έπρεπε να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον από κάθε άλλη σεζόν. Δυστυχώς, η μεγάλη κίνηση έγινε πριν καν ανοίξει επίσημα το μεταγραφικό «παράθυρο», με αποτέλεσμα η προσοχή του κόσμου να έχει ήδη ατονήσει. Φυσικά, αναφέρομαι στην απόφαση του Κέβιν Ντουράντ να συνεχίσει την καριέρα του στους Γκόλντεν Στέιτ Γουόριορς.
Παρόλα αυτά, η κίνηση αυτή δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει κανέναν. Σοβαρά μιλάω. Ήταν η απολύτως αναμενόμενη. Η πιο αναμενόμενη από κάθε άλλη μετακίνηση αστέρα σε άλλη ομάδα του ΝΒΑ. Και η εξήγηση είναι πολύ απλή… Αρκεί να καταλάβουμε πως λειτουργεί η λίγκα και όλες οι λίγκες στην από εδώ (για εμένα) πλευρά του Ατλαντικού.
Όταν μιλάμε για αμερικάνικα πρωταθλήματα σε σχέση με ευρωπαϊκά, είτε αναφερόμαστε σε μπάσκετ, ποδόσφαιρο, αμερικάνικο ποδόσφαιρο, μπέιζμπολ (αγαπητοί φίλοι, προσπαθήστε να ασχοληθείτε με το άθλημα – είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, μην σας αποπαίρνει ο ευρωπαϊκός σνομπισμός) πρέπει να σκεφτόμαστε με πολιτικές λογικές: Καπιταλισμός εναντίον Κομμουνισμού!
Ναι, καλά διαβάσατε, και πάλι δεν σας κάνω καθόλου πλάκα. Και εξίσου δεν σας κάνω πλάκα αν σας πως ότι το ΝΒΑ, το MLB, ή το NFL είναι ο ορισμός των «κομμουνιστικών» πρωταθλημάτων, όταν τα ευρωπαϊκά είναι ακραία καπιταλιστικά!
Στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα ο πρωταθλητής κερδίζει το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας του τηλεοπτικού συμβολαίου και έχει ευκαιρία να αυξήσει ακόμα περισσότερα τα έσοδά του την ερχόμενη σεζόν, που θα αγωνίζεται και σε κάποια ευρωπαϊκή διοργάνωση με επιπλέον ευκαιρίες για χρηματική ανταμοιβή. Την ίδια ώρα, οι χειρότερες ομάδες παίρνουν ψίχουλα μπροστά στον πρωταθλητή και μαζί την άγουσα για τη δεύτερη κατηγορία. Ταυτόχρονα, χάνουν και τους καλύτερους αθλητές τους, που δεν έχουν τα χρήματα για να συνεχίσουν να τους πληρώνουν, και κατά συνέπεια η επάνοδός τους στην πρώτη κατηγορία μετατρέπεται σε γολγοθά.
Αυτού του είδους η οργάνωση είναι ο ορισμός του καπιταλισμού, όπως τουλάχιστον θα έπρεπε να λειτουργεί ως καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς, όπως μας επαναλάμβαναν οι καθηγητές στο πανεπιστήμιο (στη δουλειά εδώ στη Wall Street δεν ξέρω πόσοι από εμάς το πιστεύουν…). Ο καλύτερος κερδίζει και ανταμείβεται για το πλάνο, την πίστη του σε αυτό και την επιμονή του. Ο κακός πάλι, παίρνει αυτό που του αξίζει και θα πρέπει να παλέψει 100 φορές περισσότερο αν θέλει να φτάσει κάποτε τον καλό.
Αντιθέτως, τα αμερικάνικα πρωταθλήματα είναι ο ορισμός των πρωταθλημάτων που θα έβλεπαν στα όνειρά του σοβιετικοί παράγοντες την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Κατ’ αρχάς, οι καλύτεροι νεαροί παίκτες δεν είναι ελεύθεροι να πάνε στον πιο ισχυρό, όπου θα έχουν καλύτερες πιθανότητες να πάρουν το πρωτάθλημα. Αντιθέτως, εξαναγκάζονται να υπογράψουν μακροχρόνια συμβόλαια με τις ομάδες που «πάτωσαν» σε αγωνιστικό επίπεδο, με την ελπίδα πως θα τις βοηθήσουν να ανακάμψουν, την ώρα που οι καλοί για να παραμείνουν καλοί θα πρέπει να μανατζάρουν στον υπέρτατο βαθμό το ρόστερ τους, κάνοντας προσθήκες ελεύθερων παικτών που άλλοι δεν εκτιμούν ή ανταλλάσσοντας άλλους δικούς τους που δεν ταιριάζουν στο σχήμα που έχει στο μυαλό του ο general manager.
Επίσης, όλες οι ομάδες, ανεξαρτήτως της κατάταξής τους, μοιράζονται το τηλεοπτικό συμβόλαιο. Αυτές που βρίσκονται σε μεγαλύτερες μιντιακές αγορές, όπως οι αγαπημένοι μου Νικς, βγάζουν παραπάνω, κυρίως από τοπικά deals και επειδή ίσως κόβουν παραπάνω εισιτήρια (τα εισιτήρια δε των Νικς είναι πανάκριβα – τουλάχιστον $80-90, όταν σε άλλες πόλεις, όπως η Οκλαχόμα, οι Θάντερ πούλαγαν σε αντίστοιχες τιμές τα εισιτήρια της σειράς των τελικών).
Αυτό όμως λίγη σημασία έχει από τη στιγμή που υπάρχει όριο στα πόσα μπορεί να πληρωθεί από το αθλητικό του συμβόλαιο ο κάθε αστέρας (τα σπονσοραρίσματα είναι άλλη ιστορία). Ο ΛεΜπρον «Βασιλιάς» Τζέιμς βγάζει περίπου τα ίδια όσο ο Τσάντλερ Πάρσονς! Άρα οι Νικς δεν μπορούν να απλώσουν χρυσό στα πόδια του για να τον πάρουν.
Αυτή η δυναμική, λοιπόν, ίσχυσε και στην περίπτωση Ντουράντ. Στο ανάποδο όμως. Ακριβώς το πως και το γιατί, στο δεύτερο μέρος του άρθρου. Υπομονή!