Πολλοί ρωτούν καθημερινά: «Μα γιατί είστε αισιόδοξοι για την Εθνική; Δεν έχει πάρει μετάλλιο από το 2009, γιατί να πάρει φέτος;». Κατανοητό το σκεπτικό, αλλά υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να αισιοδοξούμε.
Τα τελευταία χρόνια η Εθνική είχε στις περισσότερες μεγάλες διοργανώσεις στη διάθεσή της έναν από τους καλύτερους παίκτες αυτής της 10ετίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Και πράγματι, ως τώρα δεν τα έχει καταφέρει ούτε σε Ολυμπιακoύς Αγώνες, ούτε σε Παγκόσμιο Κύπελλο, ούτε σε EuroBasket. Γιατί, πολύ απλά, δεν έβαλε τα κατάλληλα κομμάτια γύρω του.
Έφτιαξε καριέρες
Η ευθύνη δεν πρέπει να πέφτει στους προπονητές ή στην ομοσπονδία, γιατί εδώ δεν πρόκειται για σύλλογο, και δεν μιλάμε για… μεταγραφές. Με εξαίρεση μία, αυτή του νατουραλιζέ.
Ένας παίκτης με τα ειδικά χαρακτηριστικά του Γιάννη Αντετοκούνμπο έχει ανάγκη από παίκτες που μπορούν να εκτελέσουν από μακρινή απόσταση. Δύσκολα στο σύγχρονο μπάσκετ, και ειδικά σε τέτοιο επίπεδο μπορεί μια ομάδα να “αντέξει” δύο ή και τρεις παίκτες στην ίδια 5άδα, οι οποίοι δεν έχουν στο ρεπερτόριό τους τον μακρινό σουτ.
Τους παίκτες με τρίποντο είναι που μπορεί να αξιοποιήσει ο “Greek Freak”. Μην ξεχνάμε ότι έτσι έφτιαξε καριέρες στο ΝΒΑ. Έφτασε ο -φιλότιμος, αλλά με ταβάνι- Πατ Κόνατον να υπογράψει συμβόλαιο 28+ εκατ. δολαρίων το 2023. Ο Μπρουκ Λόπεζ από παραδοσιακό 5άρι στους Νετς, με 3/31 τρίποντα από το 2008 έως το 2016, μετατράπηκε σε “βομβιστή” με 37,4% τη σεζόν 2022-23 και περίπου πέντε εκτελέσεις από τα 6,75 ανά ματς την τελευταία τριετία.
Γιατί; Επειδή το να έχεις συμπαίκτη τον Αντετοκούνμπο, αναγκάζει τον αντίπαλο να επικεντρωθεί στο μαρκάρισμά του και σου δίνει την ευκαιρία να σουτάρεις υπό πολύ καλύτερες προϋποθέσεις. Μπορούσε να το εκμεταλλευτεί αυτό ο Τόμας Γουόκαπ ή ο Νικ Καλάθης;
Η απάντηση είναι όχι. Αμφότεροι είναι παίκτες με σημαντικά χαρίσματα. Ο Καλάθης είναι απορίας άξιο πώς είναι δυνατόν να μην χώρεσε στους 25 καλύτερους παίκτες της 25ετίας στην Euroleague. Ο Γουόκαπ είναι το μυαλό της ομάδας που έχει παίξει συνολικά στο πιο υψηλό επίπεδο την τελευταία 4ετία στην EuroLeague, ασχέτως αν δεν έχει κατακτήσει το τρόπαιο. Αλλά δεν ταιριάζουν δίπλα στο Γιάννη, ειδικά μαζί.
Το είπε και ο Σπανούλης
Ο Σπανούλης είπε στην ΕΡΤ κάτι που πέρασε στα… ψιλά, μετά το τέλος του φιλικού αγώνα με τη Λετονία για το τουρνουά Ακρόπολις. “Το πιο σημαντικό για μένα στο μπάσκετ, και σε συλλογικό επίπεδο, και ακόμα περισσότερο στο εθνικό επίπεδο είναι η χημεία, είναι οι ρόλοι, είναι η ταυτότητα, είναι η ομοιογένεια”.
Αυτό είναι που μπορεί να απογειώσει την Εθνική φέτος. Το να βάλεις δίπλα στον Αντετοκούνμπο δύο τρομερούς αμυντικούς στην περιφέρεια μπορεί να μετατρέψει την ομάδα σε σκληροτράχηλη και συμπαγή αμυντικά, όπως δηλαδή την είδαμε στο Παρίσι, δύσκολα όμως θα φτάσεις μέχρι τέλους χωρίς μακρινό σουτ. Θα έρθει το ένα ματς που θα μείνεις στους 63 πόντους, όπως συνέβη στον προημιτελικό με την Γερμανία, και θα πληρώσεις με αποκλεισμό τη μεγάλη σου αδυναμία.
Αυτό που διαφοροποιεί το φετινό καλοκαίρι από τα προηγούμενα είναι πως η Εθνική δείχνει να έχει επιτέλους εκείνο το μίγμα παικτών που μπορεί να ταιριάξει με τον Αντετοκούνμπο. Ο Σλούκας και ο Ντόρσεϊ δεν είναι απλώς δύο γκαρντ με προσωπικότητα και εμπειρία. Είναι γκαρντ που μπορούν να απειλήσουν με συνέπεια από την περιφέρεια, να δημιουργήσουν spacing και να δώσουν στον Γιάννη τον χώρο που τόσο πολύ χρειάζεται για να κυριαρχήσει. Το ίδιο και ο Βασίλης Τολιόπουλος.
![]()
Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει την κατάκτηση μεταλλίου. Το EuroBasket παραμένει μια απρόβλεπτη διοργάνωση, με πολλά δυνατά σύνολα, έμπειρους προπονητές και παίκτες που μπορούν να κρίνουν παιχνίδια μόνοι τους, αν βρεθούν στη βραδιά τους. Όμως, για πρώτη φορά μετά από χρόνια, η Ελλάδα έχει καταφέρει να συνδυάσει την παρουσία ενός superstar με το κατάλληλο supporting cast.
Η αισιοδοξία λοιπόν δεν είναι αβάσιμη. Δεν έχει να κάνει με “πατριωτικές κορώνες”, ούτε με το ένστικτο του οπαδού που ελπίζει πάντα στο καλύτερο. Έχει να κάνει με πραγματικά αγωνιστικά δεδομένα. Με μια ομάδα που έχει σαφή ταυτότητα και ρόλους. Αν αυτά μετουσιωθούν σε συνέπεια και διάρκεια στο παρκέ, τότε η Εθνική έχει όλες τις προϋποθέσεις να βάλει τέλος σε μια αναμονή που κρατάει από το 2009 και το τουρνουά της Πολωνίας.
Και ίσως αυτή τη φορά, το ερώτημα μετά το φινάλε της διαδρομής να μην είναι «γιατί ήσασταν αισιόδοξοι;» αλλά «πώς γινόταν να μην ήσασταν;».
